Πως ο Τσίπρας έμεινε χωρίς άσους στο μανίκι

 Γιατί ο Πρωθυπουργός άλλαξε ορισμένες αρχικές αποφάσεις του, ακόμη και δεσμεύσεις, για τα νέα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου – Δυσαρέσκεια στους συντρόφους για την παρέα του Μαξίμου

 
Το νέο Υπουργικό Συμβούλιο δεν είναι αυτό που είχε ονειρευτεί ο πρωθυπουργός. Και σε πρόσωπα και σε θέσεις. Ομως οι διερευνητικές επαφές που έγιναν με προσωπικότητες εκτός ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες λόγω των γνώσεων, των ικανοτήτων και της κοινωνικής αναγνώρισης που έχουν, θα προσέδιδαν αυξημένη βαρύτητα στο κυβερνητικό σχήμα, δεν απέδωσαν.

Η άρνηση ήταν μάλλον αναμενόμενη αφού ο βίος της νέας κυβέρνησης αναμένεται βραχύς (το πολύ οκτώ μήνες), οι δημοσκοπήσεις είναι αρνητικές, η εικόνα της έχει τρωθεί έτι περαιτέρω από την τραγωδία στο Μάτι, ενώ η πολιτική αντιπαράθεση προβλέπεται να είναι ακραία, μετωπική και βίαιη για σκάνδαλα του παρελθόντος, σκοτεινές υποθέσεις και παρακμιακά φαινόμενα διαφθοράς και διαπλοκής. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, ο Αλέξης Τσίπρας άλλαξε ορισμένες αρχικές αποφάσεις του, ακόμη και δεσμεύσεις, για τα νέα μέλη του υπουργικού συμβουλίου. Για παράδειγμα, ο Δημήτρης Βίτσας παρέμεινε στο υπουργείο Μετανάστευσης ενώ ήταν να πάει στο Προστασίας του Πολίτη, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να μετακομίσει στην Κατεχάκη η Ολγα Γεροβασίλη, παρότι δεν το ήθελε. Εμεινε εκτός κυβέρνησης ο Νίκος Φίλης παρότι είχε συμφωνηθεί η επιστροφή του στην κυβέρνηση και μάλιστα στο πρώτο τη τάξει υπουργείο, το Εσωτερικών. Και σειρά άλλων παραδειγμάτων που πλέον όμως δεν έχουν κανένα νόημα, πέραν του παραπολιτικού σχολιασμού. 

 
Βεβαίως, αξίζει να επισημανθεί ότι οι δυσαρεστημένοι στον ΣΥΡΙΖΑ από τον ανασχηματισμό, τόσο στην Κουμουνδούρου όσο και στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, λένε ότι ο Τσίπρας «μετά τους Τζανακόπουλο, Λιάκο και Βασιλειάδη, έβαλε στην κυβέρνηση και τους υπόλοιπους της παρέας», αναφερόμενοι στη Νοτοπούλου, στον Καλογήρου, στον Καϊτατζή και άλλους, που το μεν Μαξίμου βαφτίζει «η νέα γενιά που πρέπει να διοικήσει τη χώρα και στρατηγικά να ανανεώσει και τον ΣΥΡΙΖΑ», οι δε άλλοι αντιλέγουν ότι «έγιναν υπουργοί μόνο και μόνο για να αυξήσουν τις πιθανότητες να εκλεγούν βουλευτές και να είναι αφενός η ασπίδα του Τσίπρα για τα πυρά που θα δεχθεί από τη Ν.Δ. όταν θα είναι στην αντιπολίτευση και αφετέρου οι πρωτομάστορές του στο χτίσιμο του μεγάλου, και προσωπικού, κόμματος της Κεντροαριστεράς που ονειρεύεται ο Αλέξης με τον Παππά, τον Πιτσιόρλα, τον Φλαμπουράρη, τον Βερναρδάκη, τον Σπίρτζη και τους άλλους πασοκογενείς».

Επιπροσθέτως, ο πρωθυπουργός οδηγήθηκε σε επιλογές που δεν προκάλεσαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ή και σχολιάστηκαν αρνητικά και οπωσδήποτε αύξησαν τη δυσαρέσκεια τουλάχιστον στα αριστερόστροφα στελέχη και μέλη του ΣΥΡΙΖΑ. Ενώ ήταν αρκετοί αυτοί που υποστήριζαν ότι με τη λήξη των μνημονίων θα πρέπει να τελειώσει και η συγκυβέρνηση με τον Πάνο Καμμένο και το κόμμα του και να αναζητηθούν άλλες συμμαχίες, οι ΑΝ.ΕΛ. ενίσχυσαν τη θέση τους στην κυβέρνηση. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ήρθε και η κυρία Κατερίνα Παπακώστα και… έδεσε το γλυκό της «πρώτη φορά» αριστερής κυβέρνησης, ενώ προκάλεσε και γέλια η απόπειρα να βαφτιστεί η υπουργοποίησή της ως διεμβολισμός της Κεντροδεξιάς. 

 
Η ψήφος Παπακώστα
 
Στα ανώτερα κυβερνητικά δώματα είναι κοινό μυστικό, ενώ το ομολόγησε και δημοσίως ο νέος γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Σκουρλέτης, ότι η μεταγραφή της κυρίας Παπακώστα έγινε επειδή υποσχέθηκε ότι θα ψηφίσει τη συμφωνία των Πρεσπών για το Μακεδονικό όταν αυτή έρθει στη Βουλή. Το Μακεδονικό φαίνεται ότι ήταν μια σοβαρή παράμετρος στη συγκρότηση του νέου κυβερνητικού σχήματος. Απομακρύνθηκε από το Μακεδονίας-Θράκης η κυρία Μαρία Κόλλια-Τσαρουχά των ΑΝ.ΕΛ., που δεν ήταν οπαδός της συμφωνίας και στη θέση της μπήκε η διευθύντρια του γραφείου του πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη Κατερίνα Νοτοπούλου. Επίσης, μέλη της κυβέρνησης λόγω του Μακεδονικού έγιναν ο Μάρκος Μπόλαρης από τις Σέρρες, η Ολυμπία Τελιγιορίδου από την Καστοριά και ο Στάθης Γιαννακίδης από την Καβάλα, που εκλέγεται όμως στην Ξάνθη.

Οι περιπτώσεις της Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου και της Μυρσίνης Ζορμπά, που επίσης δεν σχολιάστηκαν με θετικό τρόπο, είναι διαφορετικές, αφού στόχο έχουν τη διεύρυνση προς την Κεντροαριστερά. Μόνο που αυτός ο στόχος δεν επιτυγχάνεται. Οσο καλές κι αν είναι οι δύο κυρίες σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι η υπουργοποίησή τους επικυρώνει ή έστω τροχοδρομεί τη συμμαχία της ριζοσπαστικής αριστεράς με την Κεντροαριστερά. Απλώς για την ιστορία σημειώνουμε ότι η κυρία Ζορμπά το 2014 είχε γίνει στόχος έντονων επικρίσεων από την αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία δεν την ήθελε στο ευρωψηφοδέλτιο του κόμματος επειδή ήταν «οπαδός του Σημίτη»! 

Η αμφίπλευρη διεύρυνση που επιχείρησε ο Τσίπρας είναι καρικατούρα σε σχέση με αυτά που γίνονταν στο παρελθόν. Για παράδειγμα, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε αμφίπλευρες διευρύνσεις έφερνε στο ΠΑΣΟΚ, και χωρίς να τους κάνει υπουργούς, από αριστερά τον Μάρκο Βαφειάδη, τον αρχηγό του Δημοκρατικού Στρατού, από το Κέντρο τον Γεώργιο Μαύρο, τον αρχηγό της Ενωσης Κέντρου και από δεξιά τον Ιωάννη Μπούτο, υποψήφιο πρόεδρο της Ν.Δ. Αυτά τα πρόσωπα είχαν όντως σοβαρή πολιτική σηματοδότηση και ήταν όντως σημαντικά ανοίγματα με απήχηση προς τα άλλα κόμματα, αλλά και τα εξωπολιτικά κέντρα εξουσίας. 

Το ίδιο είχε κάνει και ο Γιώργος Παπανδρέου με την αμφίπλευρη διεύρυνση του ΠΑΣΟΚ. Από δεξιά έφερε τους δύο ισχυρούς εκφραστές του φιλελευθερισμού στη Ν.Δ., τον Στέφανο Μάνο και τον Ανδρέα Ανδριανόπουλο και από αριστερά τη Μαρία Δαμανάκη και τον Μίμη Ανδρουλάκη, που εκπροσωπούσαν την ανανεωτική-φιλελεύθερη πτέρυγα της κομμουνιστογενούς αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ είχαν σημαντική αναφορά στη γενιά του Πολυτεχνείου. Μάλιστα, είχε κάνει πρόταση και στον Αντώνη Σαμαρά -ο οποίος τότε, και μετά την περιπέτεια της Πολιτικής Ανοιξης, ήταν εκτός πολιτικής- να τον περιλάβει στο ευρωψηφοδέλτιο του ΠΑΣΟΚ, αλλά ο πρώην πρωθυπουργός προτίμησε την επιστροφή στη Ν.Δ. που του πρόσφερε ο Κώστας Καραμανλής. 

Σε κάθε περίπτωση, ο στόχος για διεύρυνση προς την Κεντροαριστερά δεν επιτυγχάνεται όχι γιατί υπάρχουν αντιδράσεις -ακόμη και ειρωνικές επικρίσεις- για τα πρόσωπα, αλλά επειδή πέραν των δηλώσεων για την ανάγκη να υπάρξει ενότητα των προοδευτικών δυνάμεων δεν εκφράζουν και δεν κινητοποιούν ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις. Είναι ατομικές προσχωρήσεις και όχι σηματωροί διεργασιών που συντελούνται. Το εγχείρημα θα κριθεί από το αν θα ακολουθήσουν κι άλλοι ή αν το κλίμα θα πολωθεί σε βαθμό που να μην επιτρέπει την οικοδόμηση προϋποθέσεων για συγκλίσεις των δύο όμορων χώρων. Πάντως, το επιτελείο του Τσίπρα φαίνεται να το έχει κατανοήσει αυτό και ως εκ τούτου θέτει νέο στόχο: να γονιμοποιηθεί η συμμαχία με την Κεντροαριστερά στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Τόσο στους δήμους όσο και στις περιφέρειες είναι ειλημμένη απόφαση να στηριχθούν υποψήφιοι οι οποίοι στις προηγούμενες εκλογές κατέβηκαν ως ανεξάρτητοι και νίκησαν κατά κράτος τους κομματικούς υποψηφίους του ΣΥΡΙΖΑ. 

Ο ρόλος Σκουρλέτη
  
Στην κατεύθυνση αυτή εντάσσεται και η μετακίνηση του Πάνου Σκουρλέτη από την Κλαυθμώνος στην Κουμουνδούρου. Γνωρίζοντας, ως υπουργός Εσωτερικών, όλη την αυτοδιοικητική ανθρωπογεωγραφία και έχοντας ευρεία αποδοχή στο κόμμα, κρίθηκε ότι είναι ο άνθρωπος που μπορεί να οργανώσει με τον καλύτερο τρόπο τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ για τις επερχόμενες τριπλές εκλογές τον Μάιο. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι επρόκειτο και για έναν εύσχημο τρόπο να απομακρυνθεί από την κυβέρνηση ο Σκουρλέτης χωρίς να του χρεωθούν ευθύνες που αντικειμενικά, ως προϊστάμενος υπουργός, είχε για την τραγωδία στο Μάτι. Ορισμένοι πάντως καχύποπτοι υποστηρίζουν ότι ο Τσίπρας έβαλε γραμματέα τον Σκουρλέτη και όχι τον Παππά ή τον Τζανακόπουλο, όπως είχε ακουστεί, επειδή η βασίμως πιθανολογούμενη ήττα στις εκλογές θα διαχυθεί στο σύνολο των κομματικών ομάδων και δεν θα περιοριστεί αποκλειστικά στον Τσίπρα και την προεδρική ομάδα. Οι ευθύνες θα μοιραστούν σε όλους και στην πλειοψηφία και στη μειοψηφία, και στους «δεξιούς» και στους «αριστερούς» και στους «53+», με τους οποίους είναι σύμμαχος ο Σκουρλέτης. Μάλιστα κάποιοι που γνωρίζουν καλά τα εσωκομματικά υποστηρίζουν ότι είναι απίθανο ο Σκουρλέτης να μη ζήτησε -και να μην πήρε- διαβεβαιώσεις ότι δεν θα γίνει ο αποδιοπομπαίος τράγος σε περίπτωση ήττας στις εκλογές. Οπως μας λέει όμως κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος, σε περιπτώσεις ήττας οι συμφωνίες παύουν να ισχύουν, αφού τα δεδομένα είναι διαφορετικά και αναπόφευκτα θα υπάρξουν καρατομήσεις για να αλλάξει το κλίμα. Σε κάθε περίπτωση, εκτός από την κυβέρνηση, στις εκλογές θα κριθεί και το κόμμα και κατ’ επέκταση και ο γραμματέας του. Μέχρι τότε όμως ο Τσίπρας θέλει ηρεμία στην Κουμουνδούρου και αυτήν ο Σκουρλέτης τού τη διασφαλίζει. 

Αυτό που δεν μπορεί να διασφαλίσει στον πρωθυπουργό το νέο κυβερνητικό σχήμα είναι ότι θα φέρει επενδύσεις, ανάπτυξη, δουλειές και νέο πλούτο στη χώρα. Η λήξη των μνημονίων δεν συνοδεύτηκε και από εκτεταμένες κυβερνητικές αλλαγές σε δομές και πρόσωπα και συνακόλουθα και πολιτικές που θα πιστοποιούσαν ότι η χώρα γυρίζει σελίδα. Τα πράγματα με κάποιες ήσσονος σημασίας και μάλλον αδιάφορες για τους πολίτες αλλαγές και προσθήκες συνεχίζουν ως έχουν. Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης δεν άλλαξε ούτε και το συντονιστικό κέντρο του Μαξίμου. Το θετικό είναι ότι ενισχύθηκε το ποσοστό των γυναικών που συμμετέχουν στην κυβέρνηση, ενώ αρνητικό είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση αριθμεί πλέον 52 μέλη, όταν το προηγούμενο διάστημα ήταν αρκετοί αυτοί που υποστήριζαν ότι «θα πάμε σε ένα μικρό και ευέλικτο Υπουργικό Συμβούλιο και θα έχουμε δομικές αλλαγές στην κυβέρνηση». 

Προφανώς, επειδή είναι η τελευταία κυβέρνηση πριν από τις εκλογές ο Τσίπρας θέλησε να ικανοποιήσει όσο το δυνατόν περισσότερα αιτήματα βουλευτών και συνεργατών του. Και φυσικά να προωθήσει τις αλλαγές που θα εξυπηρετήσουν τα σχέδιά του τους επόμενους -μέχρι τις εκλογές- μήνες. Μία από αυτές είναι και η ανάληψη του υπουργείου Δικαιοσύνης από τον Μιχάλη Καλογήρου, τον μέχρι πρότινος γενικό γραμματέα της κυβέρνησης. Η κόντρα Κοντονή – Παπαγγελόπουλου έληξε με νίκη του δεύτερου και οι γνωρίζοντες τα κυβερνητικά παρασκήνια προβλέπουν ότι εφεξής η συνεργασία του διδύμου που ηγείται του Δικαιοσύνης θα είναι ανέφελη και το κυριότερο -για τον σχεδιασμό του Μαξίμου- θα αντιμετωπίσει τις ανοιχτές και σπουδαίες δικαστικές εκκρεμότητες με ενιαία γραμμή. 

Εκεί που ενδεχομένως θα δοκιμαστεί περισσότερο η κυβερνητική συνοχή και η αποτελεσματικότητα του νέου Υπουργικού Συμβουλίου είναι στα θέματα της δημόσιας ασφάλειας. Σίγουρα, σε μια περίοδο ευαίσθητη και κρίσιμη λόγω της αυξανόμενης εγκληματικότητας αποτελεί καινοτομία να ανατεθεί η ομαλή και κυρίως η αποτελεσματική λειτουργία του πιο σκληρού και αυταρχικού μηχανισμού του κράτους σε δύο γυναίκες που προσεγγίζουν εντελώς διαφορετικά -έως και αντίθετα- τα ζητήματα δημόσιας τάξης και ελευθεριών.  

Κομβική η ΔΕΘ
  
Αναμφίβολα και σε κάθε περίπτωση ο ανασχηματισμός θα κριθεί εκ του αποτελέσματος. Εάν φέρει θετικά αποτελέσματα που θα βελτιώσουν την εικόνα και τα ποσοστά της κυβέρνησης οι αλλαγές -για τον Τσίπρα- θα αποδειχθούν ορθές και καλές. Βεβαίως, ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του γνωρίζουν ότι ο ανασχηματισμός πέρα από την καταλληλότητα των προσώπων στην αποτελεσματική διαχείριση των κρατικών υποθέσεων θα κριθεί πρωτίστως από τις πολιτικές που θα εφαρμοστούν. Οι αυξήσεις στον κατώτατο και υποκατώτατο (!) μισθό, η διανομή κοινωνικού μερίσματος και οι φοροελαφρύνσεις είναι καλές, αλλά αν περικοπούν οι συντάξεις ο ΣΥΡΙΖΑ θα κατρακυλήσει σε μονοψήφια ποσοστά, προβλέπουν ακόμη και συνεργάτες του πρωθυπουργού. «Καλύτερα να μην κατέβουμε καν στις εκλογές», μας λέει χαρακτηριστικά κορυφαίος υπουργός. Ως εκ τούτου θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι η κυβέρνηση δεν θα περικόψει τις συντάξεις. Ωστόσο, αυτό δεν είναι αρκετό για να αντιστραφεί το δυσμενές κλίμα. Το επόμενο Σαββατοκύριακο ενδέχεται μάλιστα και να επιδεινωθεί εάν υπάρξουν σοβαρά επεισόδια και συγκρούσεις στη Θεσσαλονίκη, όπου ο πρωθυπουργός, στο πλαίσιο της ΔΕΘ, θα ανακοινώσει τις κυβερνητικές προθέσεις μέχρι -και για- τις εκλογές…

 

protothema.

Πηγή: kritipress.gr