Τα σενάρια αύξησης εισφορών και συντάξεων-Τι σχεδιάζει το υπουργείο

Σε ανασχεδιασμό του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης προχωρά το υπουργείο Εργασίας μετά και τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) με τις ειδικές επιτροπές που έχουν συσταθεί στις υπηρεσίες του υπουργείου, να επεξεργάζονται σενάρια για αυξήσεις στις κύριες συντάξεις που δίνονται από τον Μάιο του 2016 και μετά, τις παλαιές επικουρικές αλλά και στις εισφορές των μη μισθωτών που μέχρι σήμερα πληρώνουν την κατώτατη εισφορά. Αντίστοιχα, μειώσεις εισφορών έρχονται στους επαγγελματίες  και αγρότες με υψηλότερα εισοδήματα, όπως και σε όλους τους  εργοδότες και εργαζόμενους μισθωτούς, που απασχολούνται με πλήρη απασχόληση.  

Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης, το Σαββατοκύριακο στον Σκάι, θα διορθωθούν όλες οι αδικίες του νόμου Κατρούγκαλου. «Θα κτίσουμε το νέο ασφαλιστικό πάνω στην απόφαση του ΣτΕ», δήλωσε χαρακτηριστικά

Αναλυτικά, στο θέμα των εισφορών των μη μισθωτών, οι αλλαγές αναμένεται να εφαρμοστούν από το  2020. Οι υπηρεσίες εξετάζουν σενάρια που θα οδηγήσουν αφενός στην αποσύνδεση του ασφαλιστικού από το φορολογικό, αφετέρου θα επαναφέρουν ένα δικαιότερο σύστημα,  μέσω ασφαλιστικών κλάσεων.

Η κατώτερη ασφαλιστική κλάση  βάσει των εισηγήσεων που δέχεται η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, θα είναι υψηλότερη από την σημερινή κατώτερη εισφορά που ανέρχεται μαζί με την εισφορά υγείας και τα 10 ευρώ για ανεργία, σε 185,18 ευρώ (20%  επί του κατώτατου μισθού των 650 ευρώ για κύρια ασφάλιση, 6,95% επί του ίδιου ποσού για εισφορά υγείας και 10 ευρώ το μήνα για τον λογαριασμό ανεργίας). Σύμφωνα βέβαια με τον κ. Βρούτση,  οι αλλαγές στις εισφορές μαζί με την φορολογική επίδραση της μείωσης του φόρου της πρώτης κλίμακας των 10.000 ευρώ στο 9% από 22% από το 2020, θα έχουν εν τέλει θετικό αποτέλεσμα στο εισόδημα των ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών.

Βάσει των εισηγήσεων, οι νέες ασφαλιστικές κλάσεις δεν θα συνδέονται με το εισόδημα, ούτε η μετάβαση από την πρώτη στην επόμενη θα είναι υποχρεωτική. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι οι ασφαλισμένοι θα επιλέγουν όχι μόνο τις εισφορές τους, αλλά και το ύψος των μελλοντικών συντάξεών τους. Οι επόμενες 2-3 κλάσεις θα προβλέπουν υψηλότερες εισφορές, πιθανότατα όμως χαμηλότερες από αυτές που ισχύουν σήμερα, και θα οδηγούν σε υψηλότερες συντάξεις.

Να σημειωθεί ότι το ΣτΕ έκρινε πως το ύψος των εισφορών που χρεώνονται σε 1,4 εκατομμύρια αγρότες, ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους είναι αντισυνταγματικό καθώς υπολογίζεται στο 20% – δεν έχει ενσωματωθεί στο σκεπτικό του Ανωτάτου Δικαστηρίου η τελευταία αλλαγή του 2019 με την οποία η εισφορά έπεσε από 20% στο 13,33% – του εισοδήματός τους.

Στο σκεπτικό της απόφασης, συμπεριλαμβάνεται ότι το ύψος των εισφορών πρέπει μεν να διασφαλίζει την επάρκεια των παροχών – συντάξεων χωρίς όμως να πλήττει υπέρμετρα και δυσανάλογα το εισόδημα κατά την διάρκεια του εργασιακού βίου.

Στόχος του υπουργείου είναι το σχετικό σχέδιο νόμου να προωθηθεί στη Βουλή έως το τέλος του χρόνου, ή το αργότερο έως τον Ιανουάριο του 2020. Όμως, όπως επισημαίνουν στελέχη του ΕΦΚΑ και του υπουργείου Εργασίας, οι 1,4 εκατ. μη μισθωτοί θα πρέπει να καταβάλλουν κανονικά τις τρέχουσες εισφορές του 2019, ανεξάρτητα από την απόφαση του ΣτΕ και τις επερχόμενες παρεμβάσεις.

Ειδικοί της κοινωνικής ασφάλισης μάλιστα, εκφράζουν φόβους για πιθανή παύση πληρωμών, από όσους εξακολουθούσαν να πληρώνουν εισφορές μη μισθωτών, λόγω της κρίσης του ΣτΕ, περί αντισυνταγματικότητας. Συνιστούν βέβαια την καταβολή των τρεχουσών εισφορών κανονικά, επισημαίνοντας ότι στην αντίθετη περίπτωση, κινδυνεύουν με  αναδρομικές υποχρεώσεις τους επόμενους μήνες, ενώ σε κίνδυνο ενδέχεται να τεθεί και πιθανή ρύθμιση οφειλών σε έως 120 δόσεις.  

Μείωση εισφορών, αναμένεται σε δεύτερη φάση, κατά 0,90 της μονάδας, και για τους εργοδότες και εργαζόμενους. Η μείωση θα ξεκινήσει από τον Ιούνιο του 2020 και θα αφορά μόνο τις συμβάσεις πλήρους απασχόλησης. Ήδη, στον προϋπολογισμό έχει εγγραφεί το σχετικό κονδύλι ύψους 123 εκατ. ευρώ.

Η αναπλήρωση

Από τα βασικά θεμέλια του Νόμου Κατρούγκαλου που κρίθηκαν αντισυνταγματικά  με τις πρόσφατες αποφάσεις της 4ης Οκτωβρίου 2019 από το Συμβούλιο της Επικρατείας, είναι το ύψος των ποσοστών αναπλήρωσης που  προέβλεπε για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης των ασφαλισμένων, που υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης από τις 13 Μαΐου 2016 και μετά.  

Όπως επισημαίνει μάλιστα,  η δικηγόρος  Άσπα Παπαθανασοπούλου, αποδεικνύεται ότι η προσθήκη ετών ασφάλισης στον συνολικό χρόνο συνταξιοδότησης δεν λειτουργεί αναλόγως ανταποδοτικά και δημιουργεί σημαντικές αδικίες στο τμήμα της ανταποδοτικής σύνταξης. Την παθογένεια αυτή που οπωσδήποτε δημιουργεί αντικίνητρο υπαγωγής στην ασφάλιση, διέγνωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας με τις πρόσφατες αποφάσεις του. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την κ. Παπαθανασοπούλου, το Ανώτατο Δικαστήριο όρισε ότι θα πρέπει να υπάρξει νέα νομοθεσία, που θα ορίζει άλλους, δικαιότερους συντελεστές αναπλήρωσης, ώστε να  οδηγηθούμε εν γένει σε ένα όντως ανταποδοτικό ποσό σύνταξης, το οποίο θα αποτελεί αναπλήρωση του εισοδήματος που χάνει πλέον ο συνταξιούχος και θα του εξασφαλίζει την αξιοπρεπή διαβίωσή του μετά την αποχώρησή του από την εργασία.

Η κυβέρνηση έχει δεσμευθεί πως θα νομοθετήσει νέα υψηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης, πιθανότατα για τα έτη άνω των 30 ετών κλιμακωτά, στο νομοθέτημα που αναμένεται να εισαχθεί στην Βουλή. Αυτό στην πράξη θα οδηγήσει σε αυξήσεις συντάξεων, τουλάχιστον για όσους έχουν αποχωρήσει ή αποχωρούν με πολλά έτη ασφάλισης και έχουν καταβάλλει αυξημένες εισφορές.

Σύμφωνα με τα σενάρια που επεξεργάζονται στο υπουργείο, η αύξηση θα αφορά τα ποσοστά αναπλήρωσης σε όσους έχουν αποχωρήσει ή αποχωρούν με περισσότερα από 30 και κυρίως με πάνω από 35 χρόνια ασφάλισης. Μάλιστα, υπάρχουν εισηγήσεις ώστε  η σωρευτική αύξηση στα 35 έτη και πάνω, να είναι 2,5 με 3 ποσοστιαίες μονάδες. Τις μεγαλύτερες, ωστόσο, αυξήσεις θα έχουν όσοι συνταξιοδοτήθηκαν ή συνταξιοδοτούνται με 40ετή και πάνω.

Το σχέδιο αύξησης των επικουρικών συντάξεων που μειώθηκαν το καλοκαίρι του 2016 αφορά όπως αποκάλυψε ο ίδιος ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης, 465.112 δικαιούχους, και αφορά αυξήσεις μεσοσταθμικά, της τάξης των 52,5 ευρώ τον μήνα. Το κόστος της συμμόρφωσης στις αποφάσεις της δικαιοσύνης θα καλυφθεί σύμφωνα με πληροφορίες από την περιουσία του ΕΤΕΑΕΠ, που ανέρχεται σε 2,5 δισ. ευρώ.

Να σημειωθεί ότι στο θέμα αυτό, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε αντισυνταγματικό τον υπολογισμό τόσο των νέων επικουρικών -λόγω έλλειψης αναλογιστικής μελέτης- όσο και τον επανυπολογισμό των παλαιών. Στην πράξη, το ΣτΕ ζήτησε την κατάργηση των μειώσεων που επιβλήθηκαν το καλοκαίρι του 2016, σε όσους συνταξιούχους το άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης ήταν άνω των 1.300 ευρώ.

Σύμφωνα με πληροφορίες, το κόστος των αυξήσεων ανέρχεται σε 292,87 εκατ. ευρώ τον χρόνο και θα καλυφθεί από την περιουσία του υπερ-επικουρικού ΕΤΕΑΕΠ, όπως προβλέπεται από το νόμο Κατρούγκαλου.  

Ρούλα Σαλούρου

 

 

euro2day