Στη ΔΕΘ θα παίξουν το τελευταίο τους χαρτί

 Γράφει ο Σταύρος Λυγερός

Το Μακεδονικό, η φονική πυρκαγιά και τα άλλα αγκάθια στον δρόμο για τις κάλπες – Τι θα εξαγγείλει ο πρωθυπουργός από τη Θεσσαλονίκη για συντάξεις, κοινωνικό μέρισμα και φοροαπαλλαγές, κλείνοντας το μάτι στους φτωχοποιημένους Ελληνες
 
Πάντα τέτοια εποχή οι κυβερνήσεις είναι στον διάδρομο απογείωσης για την πολιτική μάχη της χειμερινής περιόδου. Αυτή τη φορά πρόκειται για κάτι πολύ περισσότερο. Μπορεί η φονική πυρκαγιά να «έκαψε» την επικοινωνιακή επίθεση των κυβερνώντων για την έξοδο από τα μνημόνια, αλλά το Μαξίμου είναι αποφασισμένο να ποντάρει σ’ αυτό χαρτί και αυτό να είναι μία από τις πολιτικές αιχμές με τις οποίες θα δώσει την εκλογική μάχη.

Η δεύτερη αιχμή είναι το περίγραμμα της πολιτικής που έδωσε ο πρωθυπουργός στη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου την περασμένη Πέμπτη, αφήνοντας για τη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης την ανακοίνωση συγκεκριμένων μέτρων – ως είθισται άλλωστε. Γι’ αυτά, όμως, θα μιλήσουμε εκτενώς παρακάτω. Η τρίτη αιχμή είναι η καταπολέμηση της διαφθοράς, με την προώθηση υποθέσεων που εκ των πραγμάτων έχουν πολιτικό χρώμα. Η ανάθεση στον Μιχάλη Καλογήρου του χαρτοφυλακίου της Δικαιοσύνης είναι συνδεδεμένη με αυτή την πρόθεση. Ο πρώην γενικός γραμματέας της κυβέρνησης και κολλητός του Δημήτρη Τζανακόπουλου ανήκει στον στενό κύκλο του Μαξίμου.

Εκλογικός ανασχηματισμός

 
Αυτό που διαφοροποιεί τον φετινό Σεπτέμβριο από τους προηγούμενους είναι ότι ουσιαστικά η είσοδος στη χειμερινή περίοδο ταυτίζεται με την έναρξη άτυπης προεκλογικής περιόδου. Ο ανασχηματισμός, άλλωστε, έγινε για να σχηματιστεί εκλογική κυβέρνηση. Θα περίμενε κανείς ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα επιχειρούσε ένα μεγάλο άνοιγμα σε προσωπικότητες της Κεντροαριστεράς, κυρίως σε προβεβλημένα κοινωνικά στελέχη. Αντ’ αυτού, αφενός ενίσχυσε τον ρόλο της «προεδρικής φρουράς» στον κορμό της κυβέρνησης, αφετέρου διατήρησε τις εσωκομματικές και ενδοκυβερνητικές ισορροπίες, επιβεβαιώνοντας ότι έχει σε μεγάλο βαθμό υποκύψει στο σύνδρομο του σκαντζόχοιρου. Οι ουσιαστικές αλλαγές ήταν λίγες και σε καμία περίπτωση δεν δικαίωσαν όσους προσδοκούσαν ότι με τις επιλογές του θα έδινε ένα στίγμα της πρόθεσής του για ουσιαστική πολιτική-εκλογική διεύρυνση. Η Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου, η Μυρσίνη Ζορμπά και η Κατερίνα Παπακώστα δεν συνιστούν, βεβαίως, διεύρυνση. Με αυτό, λοιπόν, το κυβερνητικό σχήμα θα πορευθεί μέχρι τις κάλπες. Το πότε ακριβώς θα στηθούν ούτε ο ίδιος ο πρωθυπουργός μπορεί να το απαντήσει κατηγορηματικά. Οπως συμβαίνει πάντα με όλες τις κυβερνήσεις, για τον χρόνο προκήρυξης των εκλογών υπάρχουν σενάρια, αλλά όχι οριστικές αποφάσεις. Οι πρωθυπουργοί κάνουν μία καταρχήν επιλογή χρόνου, αλλά βαδίζουν βλέποντας και κάνοντας. Αυτό ισχύει και στην περίπτωση του Τσίπρα. Σύμφωνα με πληροφορίες, η καταρχήν επιλογή είναι ο Μάιος του 2019, ώστε οι εθνικές εκλογές να διεξαχθούν ταυτοχρόνως με τις ευρωεκλογές και τις εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Το επιβεβαιωμένο από την πολιτική ιστορία πλεονέκτημα είναι ότι στις ταυτόχρονες εκλογές ειδικά οι ευρωκάλπες λειτουργούν -υπό προϋποθέσεις και σε κάποιο βαθμό- ως κάλπες μερικής εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας.

Το Σκοπιανό

 
Στο τραπέζι, πάντως, υπάρχουν και άλλα σενάρια, η αξιολόγηση των οποίων θα γίνεται διαρκώς με βάση τις εξελίξεις. Η φονική πυρκαγιά, πάντως, εξοβέλισε το έτσι κι αλλιώς μειονοτικό σενάριο για εκλογές αυτό το φθινόπωρο. Πολλά θα εξαρτηθούν και από τον τρόπο που θα εξελιχθούν τα πράγματα στο μέτωπο του Μακεδονικού. Εάν ο Ζάεφ κερδίσει το δημοψήφισμα και καταφέρει να ολοκληρώσει τη συνταγματική αναθεώρηση τον ερχόμενο Φεβρουάριο, η μπάλα θα έρθει στο ελληνικό γήπεδο. Η κυβέρνηση θα πρέπει να αποφασίσει εάν θα στείλει αμέσως τη Συμφωνία των Πρεσπών στη Βουλή προς κύρωση ή θα αφήσει το έργο αυτό στην επόμενη Βουλή. Σύμφωνα με πληροφορίες, στο Μέγαρο Μαξίμου επικρατεί προβληματισμός επί του θέματος. Από τη μία πλευρά, θεωρούν δικαιολογημένα ότι -εάν τελικώς επιλέξουν να στήσουν κάλπες τον Μάιο- η παραπομπή της Συμφωνίας προς κύρωση στη Βουλή στα τέλη Φεβρουαρίου ή στις αρχές Μαρτίου θα αναζωπυρώσει το Μακεδονικό και τις συναφείς κοινωνικές αντιδράσεις, ο απόηχος των οποίων θα φτάσει μέχρι τις κάλπες. Πιθανότατα, θα απομακρύνει εκλογικά όσους κυρίως κεντροαριστερούς, ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα, είχαν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ το 2015 και είναι αντίθετοι με τη Συμφωνία. Εκτός αυτού υπάρχει και η ξεκάθαρη θέση του Πάνου Καμμένου ότι οι ΑΝ.ΕΛ. θα αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους από την κυβέρνηση με σκοπό να προκαλέσουν εκλογές. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, βεβαίως, η κυβέρνηση δεν ανατρέπεται αυτόματα. Οπωσδήποτε, όμως, αποσταθεροποιείται και πολιτικά σε μεγάλο βαθμό ακυρώνεται. Μια τέτοια εξέλιξη ενδέχεται να φέρει τις βουλευτικές κάλπες και νωρίτερα από τον Μάιο.

Από την άλλη πλευρά, όσοι υποστηρίζουν ότι η συμφωνία των Πρεσπών πρέπει αμέσως να κυρωθεί παρά τα ανωτέρω προβάλλουν ως επιχείρημα ότι, εάν η κύρωση αφεθεί για μετά τον Μάιο, οι εκλογές θα γίνουν με κεντρικό θέμα το Μακεδονικό. Αυτό δεν συμφέρει τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θέλει να παίξει και τότε το χαρτί της εξόδου από τα μνημόνια και της εισόδου σε μία νέα ελπιδοφόρα εποχή. Υπάρχει και η προσέγγιση εκείνων που θεωρούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει να κερδίσει εάν -μαζί με όλα τα άλλα- παίξει προεκλογικά το χαρτί της συμφωνίας των Πρεσπών. Είναι δεδομένο ότι η συμφωνία έχει δημιουργήσει στην ελληνική κοινωνία μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ υποστηρικτών και αντιπάλων. Οι θιασώτες αυτής της γραμμής υποστηρίζουν ότι ακόμα και αν γίνει αποδεκτό ότι οι αντίπαλοι της συμφωνίας είναι πλειοψηφία, οι υποστηρικτές είναι πάνω από το 40% και ως εκ της πόλωσης θα λειτουργήσουν ως εκλογική δεξαμενή για τον ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα και κεντρώοι φιλελεύθεροι ευρωπαϊστές, οι οποίοι δεν συμπαθούν τον ΣΥΡΙΖΑ, υπό το κράτος αυτής της πόλωσης θα ωθηθούν να τον ψηφίσουν για να αντιπαρατεθούν στους κατ’ αυτούς εθνικιστές. Αντιθέτως, η πλειοψηφία των πολιτών που είναι εναντίον της συμφωνίας δεν θα πάει όλη στη Ν.Δ., αλλά θα κατανεμηθεί στο ΚΙΝ.ΑΛ., στη Χρυσή Αυγή, στην Ενωση Κεντρώων κ.λπ. Αξίζει, πάντως, να αναφερθεί ότι στο κυβερνητικό επιτελείο δεν λείπουν και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι οι εκλογές πρέπει να γίνουν το φθινόπωρο του 2019 και όχι τον Μάιο. Είναι τα στελέχη τα οποία, εκτός από το ότι θέλουν να εξαντλήσουν όλα τα περιθώρια παραμονής στην εξουσία, πιστεύουν ότι ο χρόνος κυλάει υπέρ της κυβέρνησης, με την έννοια ότι η οικονομική και κοινωνική κατάσταση θα βελτιώνεται σταθερά τον επόμενο χρόνο. Οι ίδιοι δεν παραλείπουν να θυμίζουν ότι το φθινόπωρο προσφέρεται για να στηθούν κάλπες επειδή η κοινωνία έρχεται από τις καλοκαιρινές διακοπές και στην οικονομία έχει πέσει η μεγάλη ένεση του τουρισμού.

Ψηφοθηρικές παροχές

Προς το παρόν, πάντως, το Μαξίμου έχει βάλει στο ράφι το ζήτημα του χρόνου των εκλογών και είναι εστιασμένο στη ΔΕΘ. Σύμφωνα με κυβερνητική πηγή, ο πρωθυπουργός είναι αποφασισμένος να εξαγγείλει παροχές, εξαντλώντας όλα τα δημοσιονομικά περιθώρια, χωρίς όμως να υπερβεί το πλαίσιο. Μέχρι στιγμής τουλάχιστον, κεντρικό στοιχείο της ομιλίας του έχει αποφασιστεί να είναι η ακύρωση της δέσμευσης για μείωση των συντάξεων από την 1η Ιανουαρίου 2019, με το επιχείρημα ότι δεν πρόκειται να προκύψει δημοσιονομικό κενό. Το ΔΝΤ επιμένει στη μείωση, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι πρόκειται για διαρθρωτικό μέτρο, αλλά το Μαξίμου ποντάρει στην υποστήριξη της Κομισιόν. 

Στο Μαξίμου έχουν συνείδηση ότι το πολιτικό-εκλογικό κλίμα θα καθοριστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από το αν θα μειωθούν ή όχι οι συντάξεις. Γι’ αυτό κυβερνητική πρόθεση είναι η μείωση να μη συμπεριληφθεί στο σχέδιο του Προϋπολογισμού που αρχές Οκτωβρίου θα σταλεί στη Βουλή και στη συνέχεια στην Κομισιόν. Από την άλλη πλευρά, ο Τσίπρας και το οικονομικό επιτελείο δεν θέλουν να κινηθούν χωρίς την ανάλογη πολιτική κάλυψη από το ευρωιερατείο ή από τμήμα του, επειδή δεν θέλουν να προκαλέσουν ανησυχίες στις αγορές σε μία διεθνώς δύσκολη συγκυρία στην οποία η Ελλάδα θα πρέπει να αρχίσει να δανείζεται. Υπενθυμίζουμε ότι ενώ το επιτόκιο του δεκαετούς ομολόγου της Ισπανίας και της Πορτογαλίας είναι αντιστοίχως στο 1,42% και στο 1,83%, της Ελλάδας είναι στο 4,19%. Πολλά, πάντως, θα κριθούν και από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την πορεία των μεγεθών της ελληνικής οικονομίας και από την πρώτη μεταμνημονιακή αξιολόγηση, η οποία θα πραγματοποιηθεί από τους θεσμούς μετά την πρωθυπουργική ομιλία στη Θεσσαλονίκη.

Ανοιγμα στους μικροεπιχειρηματίες 

Πέρα από το ζήτημα των συντάξεων, ο πρωθυπουργός θα υποσχεθεί ότι θα δοθεί και αυτά τα Χριστούγεννα το λεγόμενο «κοινωνικό μέρισμα», θα εξαγγείλει φοροαπαλλαγές (μεταξύ αυτών και μείωση του ΕΝΦΙΑ), επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, κατάργηση του υπερκατώτατου μισθού για τους νέους και -μέσα από τη συμφωνημένη διαδικασία- αύξηση του κατώτατου. Με τη μείωση της υπερφορολόγησης η κυβέρνηση κάνει ένα πολιτικό-εκλογικό άνοιγμα στα μεσαία στρώματα και ειδικά στη μικροεπιχειρηματικότητα. Η έμφαση όμως θα δοθεί στις παροχές προς τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα, αυτούς που, κατά τον Τσίπρα, σήκωσαν τα μεγάλα βάρη της κρίσης. Μπορεί το 2012 και το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ να ψηφίστηκε μαζικά από μεσαία στρώματα, αλλά η πολιτική του αυτά τα χρόνια, κυρίως η κάθε είδους υπερφορολόγηση, έχει απωθήσει πολύ μεγάλο μέρος από αυτή την κατηγορία των τότε ψηφοφόρων του. Πρόκειται για πολίτες που έχουν πέσει στον γκρεμό ή βρίσκονται στο χείλος του, για άλλοτε μικρομεσαία στρώματα που έχουν ήδη ή τείνουν να μετατραπούν σε πληβείους, που όμως θεωρούν ότι η «επιδοματική» πολιτική και η φιλική προς αυτούς ρητορική της κυβέρνησης είναι μια κάποια σανίδα σωτηρίας. Είναι όλοι αυτοί που περιμένουν με ανυπομονησία τον «μποναμά» στο τέλος του χρόνου. Η στρατηγική οικονομικής ενίσχυσης του κατώτερου εισοδηματικά στρώματος της ελληνικής κοινωνίας, που αριθμητικά έχει διογκωθεί πολύ τα χρόνια των μνημονίων, ταιριάζει με το ιδεολογικό στερεότυπο του ΣΥΡΙΖΑ περί ταξικότητας. Η υπερφορολόγηση των μεσαίων στρωμάτων έγινε με σκοπό να προκύψει μεγαλύτερο από τον μνημονιακό στόχο πρωτογενές πλεόνασμα, ένα μέρος του οποίου δίνεται στους φτωχούς.

Πρόκειται για επιλογή, η οποία έχει ομολογηθεί και δημοσίως. Το νομιμοποιητικό επιχείρημα είναι ότι με αυτή την πολιτική απετράπη η ανθρωπιστική κρίση. Πολλές αντιρρήσεις μπορούν να προβληθούν, αλλά το ζήτημα είναι ότι αυτή η επιλογή είναι ο πυρήνας της εκλογικής στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία εξασφαλίζει μια πρόσθετη βάση εκλογικής στήριξης. Με τη φιλική ρητορική και με τα διάφορα βοηθήματα και διευκολύνσεις, η κυβέρνηση έχει οικοδομήσει εκλογικούς δεσμούς με τους πληβείους και νεο-πληβείους της κοινωνίας. Η έκταση και η αντοχή αυτών των δεσμών θα αποδειχθούν όταν θα στηθούν οι κάλπες. Η επιλογή υπερφορολόγησης των μεσαίων στρωμάτων και της στήριξης των φτωχών ικανοποίησε τους δανειστές και ταυτοχρόνως πρόσφερε ένα ιδεολογικό άλλοθι στους βουλευτές της συμπολίτευσης να ψηφίζουν χωρίς διαρροές τα κάθε φορά επώδυνα μέτρα του τρίτου μνημονίου. Με άλλα λόγια, το αφήγημα ότι «διαφωνούμε με το μνημόνιο, αλλά το εφαρμόζουμε για να σώσουμε τη χώρα», εμπλουτίστηκε με το ότι «παρά τις δύσκολες συνθήκες εμείς φροντίζουμε τους φτωχότερους».

 

Πηγή: kritipress.gr