Δικαιοσύνη μπανανίας

 Του Ναπολέων Λιναρδάτου

Αν θέλεις να μετατρέψεις το σύνταγμα και τους νόμους σ’ ένα ευρετήριο γελοίων προφάσεων προς όφελος των κυβερνώντων, δεν έχεις παρά να παρακολουθήσεις τα έργα και τις ημέρες της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου. Καταρχήν, πρέπει να βρεις ένα στόχο που να είναι ιδιαίτερα αντιδημοφιλής. Ένα στόχο που σοβαροί και καθώς-πρέπει άνθρωποι θα έχουν μεγάλη δυσκολία να υπερασπιστούν. Ένα στόχο τόσο απεχθή, όσο και η συνταγματική εκτροπή που θέλεις να επιβάλλεις.

Έτσι, καταργώντας τον σύνταγμα και τους νόμους για ένα άτομο ή μια ομάδα ιδιαιτέρως ανεπιθύμητη, έχεις δημιουργήσει το προηγούμενο που σου δίνει τη δυνατότητα να καταπατάς τα συνταγματικά δικαιώματα όλων. Εκλαμβάνεις την σιωπή της πλειονότητας των πολιτών ως ένα δημοψήφισμα υπέρ της συνταγματικής εκτροπής. Με το χρόνο, μια κοινωνία αντί να κυβερνάται από σύνταγμα και νόμους, κυβερνάται σύμφωνα με το συμφέρον και τις προτιμήσεις μιας κλειστής κλίκας που ασκεί εξουσία ανεξέλεγκτα. Μια φιλελεύθερη δυτική κοινωνία μετατρέπεται σε ένα ανατολικό δεσποτάτο — εξόχως καταπιεστικό, διεφθαρμένο και φτωχό.

Είναι δύσκολο να μιλήσεις για τη υπόθεση όπου μια εισαγγελέας προσπαθεί να καταργήσει εκλεγμένους βουλευτές. Το κόμμα των Σπαρτιατών συνδέεται με τον Ηλία Κασιδιάρη και επομένως αν προσπαθήσεις να πεις το οτιδήποτε που έρχεται σε αντίθεση με το κυρίαρχο/επίσημο αφήγημα για τη συγκεκριμένη υπόθεση, είσαι υπό την απειλή πως θα χαρακτηριστείς χρυσαυγίτης ή ακροδεξιός, που είναι η ύψιστη κατηγορία για ένα άτομο στις ημέρες μας.

Oλοι καταλαβαίνουν πως η δικαστική δίωξη ασκείται στα πλαίσια αυτού που ο σύντροφος Μπέρια ονόμαζε: «Δείξε μου τον άνθρωπο και θα σου δείξω το έγκλημα.» Η συγκεκριμένη δίωξη ασκήθηκε γιατί κάποια δίωξη έπρεπε να ασκηθεί, και αν δεν ήταν αυτή, θα ήταν κάποια άλλη. Η συγκεκριμένη δίωξη δε, είναι απίστευτα κωμικοτραγική. Οι βουλευτές των Σπαρτιατών κατηγορούνται πως εξαπάτησαν τους ψηφοφόρους, έχοντας σχέση και σύνδεση με τον Κασιδιάρη, αλλά αποκρύπτοντας αυτό το γεγονός από τους ψηφοφόρους τους. Οι Σπαρτιάτες όμως μπήκαν στην Βουλή για ακριβώς τον αντίθετο λόγο. Είχαν μια εκστρατεία η οποία επικεντρώθηκε στην ομάδα ψηφοφόρων που ακολουθούν τον Κασιδιάρη και επικοινώνησαν την ειδική σχέση με Κασιδιάρη μακριά από την προσοχή της κυβέρνησης και των ΜΜΕ. Αν κάποιοι «εξαπατήθηκαν» από τους «Σπαρτιάτες», αυτοί ήταν η κυβέρνηση και τα πειθήνια όργανα της στους μηχανισμούς του κράτους.

Νομικός δεν είμαι, αλλά εξ όσων γνωρίζω, το να ξεφύγεις μια προαποφασισμένης απαγόρευσης μιας κυβέρνησης για τη συμμετοχή σου στην ύψιστη δημοκρατική διαδικασία δεν φαίνεται να παραβιάζει το Σύνταγμα και τους νόμους – στο βαθμό βέβαια που μπορούμε ακόμα να θεωρούμε την Ελλάδα μια φιλελεύθερη δημοκρατία.

Το κωμικοτραγικό της υπόθεσης επαυξάνεται πολύ περισσότερο λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι ζούμε στη χώρα του «λεφτά υπάρχουν» (Παπανδρέου/ΠΑΣΟΚ), «με ένα νόμο και άρθρο» (Τσίπρας/ΣΥΡΙΖΑ) και «κλειστά κέντρα και απελάσεις» (Μητσοτάκης/ΝΔ). Η εξαπάτηση των ψηφοφόρων δεν είναι ότι απλά υφίσταται, είναι το άθλημα στο οποία διαγωνίζονται τα μεγάλα κόμματα. Το ότι τα παραπάνω έχουν διαφύγει της προσοχής της δικαιοσύνης, δηλώνει επαρκώς την ανεξαρτησία και αμεροληψία της συγκεκριμένης δίωξης.

Δεν είναι δουλειά της δικαιοσύνης να αστυνομεύει την πολιτική. Είναι δουλειά των ψηφοφόρων να επιβραβεύουν και να τιμωρούν τους πολιτικούς με την ψήφο τους.

Υ.Γ.: Δεν είναι τυχαίο που η συγκεκριμένη εισαγγελέας έχει συμμετάσχει σε γνωστό πολιτικό πάρτι που διοργανώνεται κάθε χρόνο (Οικονομικό Φόρουμ Δελφών) και η στάση που έχει επιδείξει στην υπόθεση των Τεμπών.