Διάλογος με την Τουρκία: Οι φόβοι για τις πραγματικές διαθέσεις του Ερντογάν

Πολύτιμος και απαραίτητος ο διάλογος… Εκ των ων ουκ άνευ, εάν θέλει κανείς να προχωρά μπροστά στις σχέσεις του με εταίρους, συμμάχους, ακόμη και με τους όποιους «εχθρούς», διατηρώντας ζωντανή την προοπτική καλύτερων (ή τουλάχιστον, όχι χειρότερων) ημερών.

Θετικός ο διάλογος λοιπόν επί της αρχής αλλά και… επίφοβος συνάμα, πολύ δε περισσότερο όταν διεξάγεται μέσα σε ένα περιβάλλον εκ των προτέρων «ναρκοθετημένο» από την άλλη πλευρά, με τις  «νάρκες» να έχουν πια δώσει τη θέση του σε εκβιασμούς και τετελεσμένα, μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις και εστίες καχυποψίας, βαριές κουβέντες και παράπλευρους μοχλούς πίεσης.

Μιλώντας στο CNN Türk, ο Ιμπραχίμ Καλίν, εκπρόσωπος και επί σειρά ετών κορυφαίος σύμβουλος του προέδρου Ερντογάν, δήλωσε ότι η τουρκική ηγεσία είναι τώρα «έτοιμη να συνομιλήσει» με την ελληνική πλευρά «χωρίς όρους και προϋποθέσεις». Παρουσίασε, μάλιστα, και ως κίνηση καλής θέλησης από την πλευρά της Άγκυρας την απόφαση του Ερντογάν να αναστείλει μέχρι νεωτέρας τις ερευνητικές δραστηριότητες που είχε εξαγγείλει στην περιοχή νοτίως του νησιωτικού συμπλέγματος της Μεγίστης με το τουρκικό σεισμογραφικό Oruc Reis για το διάστημα από τις 21 Ιουλίου έως και τις 2 Αυγούστου.

Η μη-ενεργοποίηση της παρανομίας ως… κίνηση καλής θέλησης

Ξεκινώντας από τα βασικά… και μόνο το γεγονός ότι η τουρκική πλευρά σπεύδει να παρουσιάσει ως κίνηση καλής θέλησης τη μη-ενεργοποίηση μιας παράνομης NAVTEX (εν προκειμένω της υπ’ αριθμόν  0977/20, με ημερομηνία έκδοσης την 21η Ιουλίου, για σεισμικές έρευνες του Oruc Reis νοτίως του Καστελόριζου) φανερώνει μάλλον… δόλιες διαπραγματευτικές διαθέσεις.

Κι αυτό διότι μιλάμε για μια NAVTEX… παράνομη από κάθε άποψη. Ακόμη και αν δεχτεί κανείς, δηλαδή, ότι πρόκειται για έρευνες σε «αμφισβητούμενα ύδατα» (στη βάση ότι Ελλάδα και Τουρκία δεν έχουν οριοθετήσει υφαλοκρηπίδα ούτε μεταξύ τους, ούτε με την Κύπρο και την Αίγυπτο), θα έπρεπε να είναι σαφές πως και η Τουρκία από την πλευρά της δεν νομιμοποιείται κατ’ ουδένα τρόπο να πραγματοποιεί μονομερώς σεισμογραφικές έρευνες σε «αμφισβητούμενα ύδατα»…

Είναι προφανές, λοιπόν, πως η Άγκυρα επιχειρεί να ξεκινήσει έναν διάλογο ενώπιον της διεθνούς κοινότητας, μετατρέποντας το δικό της «μειονέκτημα» (το αυθαίρετο δηλαδή και ανυπόστατο των δικών της μονομερών διεκδικήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο) σε πλεονέκτημα (αναγνώριση της τουρκικής καλής θέλησης και έξωθεν καλή μαρτυρία). Στο φόντο ωστόσο, οι τουρκικές διεκδικήσεις πλέον φτάνουν έως και τα νερά της Λιβύης, «σβήνοντας» τις θαλάσσιες ζώνες Κρήτης, Κάσου, Καρπάθου και Ρόδου κατά παραβίαση κάθε έννοιας θαλασσίου Δικαίου, με όχημα το παράνομο μνημόνιο των Ερντογάν και Φαγιέζ αλ Σάρατζ.

Πίσω από τις όποιες κινήσεις φερόμενης ως «καλής θέλησης», η Άγκυρα επιχειρεί όμως και κάτι άλλο: να «εξισώσει» το δικό της νομικά έωλο ενεργειακό πρόγραμμα με τα καθ΄ όλα νόμιμα ενεργειακά προγράμματα άλλων χωρών όπως της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατοχυρώνοντας έτσι δια της πλαγίας οδού και (συν)ιδιοκτησιακά δικαιώματα-τετελεσμένα νομιμοποίησης των δικών της πειρατικών ερευνών και γεωτρήσεων. Οι Τούρκοι λένε για παράδειγμα ότι θα ήταν πρόθυμοι να σταματήσουν μεν τις δικές τους ερευνητικές δραστηριότητες στη Μεσόγειο… εάν όμως σταματήσουν παράλληλα και όλες οι άλλες ερευνητικές δραστηριότητες στην περιοχή. Υπάρχουν μάλιστα κύκλοι διεθνώς που «βλέπουν» θετικά το ενδεχόμενο ενός τέτοιου ευρύτερου μορατόριουμ, βρίσκοντας κάλυψη πίσω και από την επίδραση που είχε εσχάτως η πανδημία του κορονοϊού στις τιμές της ενέργειας (καθιστώντας οικονομικά ασύμφορες ή επίφοβες, έστω προσωρινά, πολλές από τις γεωτρητικές έρευνες). Σε μια τέτοια περίπτωση ωστόσο, δεν θα ήταν σαν να εξισώνονται οι πειρατικές κινήσεις της κρατικής τουρκικής εταιρείας πετρελαίου TPAO με τα συμβόλαια που έχουν συνάψει νομίμως – και στη βάση νόμιμων διεθνών διακρατικών οριοθετήσεων – εταιρείες κολοσσοί όπως η γαλλική TOTAL, η αμερικανική ExxonMobil κ.ά. με χώρες κράτη-μέλη της ΕΕ.    

Στόχος να μετακυλιθεί η πίεση στην πλευρά της Ελλάδας    

Όταν μιλάει όμως για «διάλογο», η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επιδιώκει και άλλα πολλά:

Καταρχάς μετακυλίει μέρος της διεθνούς πίεσης προς την πλευρά της Ελλάδας. Διότι εάν το καθεστώς Ερντογάν ισχυριστεί ότι θέλει να καθίσει στο τραπέζι των συνομιλιών, τότε αυτομάτως θα περιμένουν οι πλέον πρόθυμοι από τους «έξω» και από την Ελλάδα να καθίσει στο τραπέζι των συνομιλιών. Και εάν το καθεστώς Ερντογάν ισχυριστεί ότι βάζει νερό στο κρασί του, τότε θα περιμένουν οι πλέον πρόθυμοι από τους «έξω» και από την Ελλάδα να βάλει νερό στο κρασί της… με τη διαφορά όμως ότι Ελλάδα και Τουρκία ξεκινούν από εκ διαμέτρου αντίθετες αφετηρίες: η μεν Ελλάδα από μια βάση νομιμότητας, η δε Τουρκία από μια βάση παρανομίας (κατοχής της Κύπρου, στρατιωτικών εισβολών στο εξωτερικών, προκλήσεων, εκβιασμών κ.ά.). Εάν όμως «εξισωθεί» ο σεβόμενος τη διεθνή νομιμότητα δρων με τον διεθνή παραβάτη, τότε αυτομάτως χάνει η νομιμότητα. Και εάν χάσει η νομιμότητα, τότε ξαφνικά όλα επιτρέπονται… δια της ισχύος, δια εκβιασμών κ.ά. Το ότι ορισμένοι ήδη προκρίνουν την άσκηση πίεσης προς την πλευρά της Ελλάδας καθίσταται πάντως σαφές μέσα και από τα κείμενα που έχουν δημοσιευτεί στον διεθνή Τύπο: της συμβούλου του Ζοζέπ Μπορέλ, Νάταλι Τότσι, στο Politico, της Dania Koleilat Khatib στο ArabNews κ.ά.

Όταν μιλάει όμως για «διάλογο», η Τουρκία εξωραΐζει παράλληλα και την εικόνα της στα μάτια της διεθνούς κοινότητας παρουσιαζόμενη η ίδια όχι ως ταραξίας αλλά ως… σεβόμενος το διεθνές δίκαιο συνομιλητής, κι αυτό μάλιστα σε μια περίοδο επιδεινούμενων τουρκογενών περιφερειακών εντάσεων. Εάν όμως η Τουρκία γίνει ξαφνικά αποδεκτή ως σεβόμενος το διεθνές δίκαιο συνομιλητής στην Ανατολική Μεσόγειο, γιατί να μην γίνει παράλληλα αποδεκτή και ως «ο τοποτηρητής της Δύσης» στη Λιβύη σε μια περίοδο μάλιστα κατά την οποία το λιβυκό παζάρι κλιμακώνεται (με επίκεντρο τη στρατηγικά πολύτιμη Σύρτη και το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη ημέρα).   

Έτσι όμως η Τουρκία μπαίνει παράλληλα σφήνα και στην ελληνο-αιγυπτιακή προσέγγιση. Κι αυτό μάλιστα σε μια περίοδο κατά την οποία Τούρκοι και Αιγύπτιοι «συγκρούονται» (και) στο λιβυκό μέτωπο.

Ταυτόχρονα, το καθεστώς Ερντογάν παρασύρει την Ελλάδα και σε έναν διάλογο στον οποίο όμως η Άγκυρα είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επιχειρήσει να συμπεριλάβει και σειρά άλλων ζητημάτων.  

Η Αθήνα από την πλευρά της έχει μεν ξεκαθαρίσει ότι σαφώς και είναι διατεθειμένη να συζητήσει με την Τουρκία πλην όμως μόνο το θέμα της υφαλοκρηπίδας και των υπερκείμενων αυτής θαλασσίων ζωνών (ΑΟΖ).  Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, Ελλάδα και Τουρκία θα μπορούσαν όντως να βρεθούν να συζητούν για ζητήματα όπως είναι επί παραδείγματι η επήρεια που μπορεί να έχει το Καστελόριζο και το νησιωτικό σύμπλεγμα της Μεγίστης στα χάραξη των θαλασσίων οριοθετήσεων μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας, Κύπρου και Αιγύπτου. Το εάν μια τέτοια συζήτηση που θα μπορούσε να φτάσει ποτέ στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης είναι κάτι που μένει να φανεί… Όταν πάντως η Ελλάδα είχε προσφύγει μονομερώς στη Χάγη πριν από δεκαετίες, η Άγκυρα είχε επιλέξει να μην την ακολουθήσει… αρνούμενη τότε να αναγνωρίσει τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου.  

Όλα στο τραπέζι από την Άγκυρα 

Η Τουρκία ωστόσο επιμένει παλαιόθεν να βάζει στο τραπέζι και άλλα ζητήματα (πέραν της υφαλοκρηπίδας) που άπτονται των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων και ως εκ τούτου δεν μπορούν να γίνουν δεκτά – ούτε καν ως θέματα συζήτησης – από την ελληνική πλευρά: Η απειλή πολέμου (casus belli) σε περίπτωση επέκτασης της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια, η αμφισβήτηση του εύρους του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου, οι καλούμενες γκρίζες ζώνες, η αξίωση αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και η αμφισβήτηση των αρμοδιοτήτων έρευνας και διάσωσης της Ελλάδας εντός της περιοχής ελληνικής ευθύνης στο Αιγαίο είναι κάποια από τα αγκάθια που συνηθίζει (μαζί με την «εργαλειοποίηση» της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη) να επαναφέρει κάθε φορά η Τουρκία στο τραπέζι όταν πάει να ξεκινήσει ένας διάλογος με την Ελλάδα, τορπιλίζοντας έτσι εκ των προτέρων (σκοπίμως) κάθε δυνατότητα συζήτησης… Κι όλα αυτά πλέον, εν έτει 2020, με το τουρκικό πλωτό γεωτρύπανο Yavuz να παραμένει εντός της οριοθετημένης κυπριακής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στην οποία ετοιμάζεται μάλιστα να επιστρέψει (για πολλοστή φορά) και το ερευνητικό Barbaros βάσει της νέας NAVTEX (με αριθμό 0999/20) που εξέδωσε η τουρκική πλευρά στις 28 Ιουλίου…   

Πολύτιμος ο διάλογος, όταν όμως είναι εποικοδομητικός και ειλικρινής, όχι προσχηματικός. Διότι μπορούμε να εστιάσουμε στον προεδρικό εκπρόσωπο Ιμπραχίμ Καλίν που στις 28 Ιουλίου μίλησε για… διάλογο με την Ελλάδα, αλλά μπορούμε να εστιάσουμε και στον αντιπρόεδρο της τουρκικής κυβέρνησης Φουάτ Οκτάι που μόλις μια ημέρα νωρίτερα, στις 27 Ιουλίου, είχε κατηγορήσει τον ελληνισμό ως υπεύθυνο για τις «γενοκτονίες μουσουλμάνων» λασπολογώντας σκαιά…   

 

 

 

Εθνος