Ιγμορίτιδα: Τι είναι και πως αντιμετωπίζεται?

 Η ιγμορίτιδα είναι μια από τις πιο συνηθισμένες αιτίες επίσκεψης στον ιατρό. Πλήττει μικρούς και μεγάλους, πολλές φορές για μερικές ημέρες αλλά συχνά με τακτικές υποτροπές που βασανίζουν τον πάσχοντα για μήνες ή και χρόνια.  Ιγµορίτιδα είναι η φλεγµονή των ιγµορείων άντρων, τα οποία αποτελούν µέρος των παραρρίνιων κόλπων του προσώπου. Εκτός από τα ιγµόρεια οι υπόλοιποι παραρρίνιοι κόλποι είναι: oι µετωπιαίοι, ο σφηνοειδής και οι ηθµοειδείς κυψέλες. Όταν αυτοί για διάφορους λόγους φλεγµαίνουν, τότε δηµιουργούνται οι παραρρινοκολπίτιδες, µε πιο συχνή απ’ όλες, αυτή της ιγµορίτιδας.

Τι είναι τα ιγµόρεια;

Είναι διαστήµατα µέσα στο οστό, στο πλαϊνό τοίχωµα της µύτης, τα οποία φυσιολογικά καλύπτονται από το βλεννογόνο που καλύπτει και το εσωτερικό της µύτης, από το αναπνευστικό επιθήλιο δηλαδή. Πιο απλά είναι σα µια συνέχεια της µύτης µέσα στο οστό του κρανίου. Επικοινωνούν µε τη µύτη µέσω ενός µικρού στοµίου, ενώ παροχετεύουν ό,τι εκκρίσεις υπάρχουν µέσα σε αυτό. Στο ιγµόρειο υπάρχει αέρας και όταν όλες αυτές οι λειτουργίες γίνονται φυσιολογικά, ο άνθρωπος δεν έχει καµία ενόχληση.

Πόσες µορφές ιγµορίτιδας έχουµε;

Τρεις. Την οξεία, τη χρόνια και την υποξεία. Η πρώτη αποτελεί ένα πολύ συχνό φαινόµενο που συνήθως παρατηρείται µετά από µια ιογενή λοίµωξη του ανωτέρου αναπνευστικού, ένα κοινό κρυολόγηµα δηλαδή, η οποία κρατάει περίπου οκτώ µέρες και υποχωρεί. Χρόνια χαρακτηρίζουµε την ιγµορίτιδα όταν η φλεγµονή και τα προβλήµατα γενικότερα επιµένουν για πάνω από τρεις µήνες. Και γι’ αυτό το λόγο υπάρχει ένας µύθος που ο κόσµος πιστεύει και σύµφωνα µε τον οποίο η ιγµορίτιδα δε θεραπεύεται. Είναι σηµαντικό πάντως να µη συγχέει κάποιος την οξεία µε τη χρόνια ιγµορίτιδα. Οταν τα συµπτώµατα κρατούν από 4 έως 12 εβδοµάδες, τότε πρόκειται για υποξεία ιγµορίτιδα.

Τα συµπτώµατά της

Η ρινική συµφόρηση, η απόφραξη, οι βλεννώδεις ή πυώδεις εκκρίσεις, που µπορεί να υπάρχουν ή να µην υπάρχουν, ανάλογα αν το στόµιο του ιγµορείου είναι ανοιχτό ή κλειστό, είναι µερικά από τα συµπτώµατα. Να σηµειωθεί ότι είναι χειρότερο να µην υπάρχουν εκκρίσεις, γιατί αυτό δείχνει ότι δεν παροχετεύεται το ιγµόρειο µέσα στη µύτη. Άλλα συµπτώµατα που µπορεί να έχει ο ασθενής είναι οπισθορινικές εκκρίσεις, κεφαλαλγία, βήχας και έντονος πόνος ο οποίος εντοπίζεται στις παρειές του προσώπου και µερικές φορές αντανακλά στο µάτι ή ακόµα και σε κάποιο δόντι, επειδή τα δόντια της άνω γνάθου συνορεύουν µε το ιγµόρειο. Ιδίως στη χρόνια ιγµορίτιδα αλλά και στην οξεία, παρουσιάζονται συχνοί πονοκέφαλοι των οποίων το χαρακτηριστικό είναι ότι ο πόνος που νιώθει ο ασθενής επιδεινώνεται µε το σκύψιµο, µε το βήχα, µε οποιαδήποτε δηλαδή σωµατική άσκηση ή πίεση. Ακόµα µπορεί να επηρεαστεί και η όσφρηση δηµιουργώντας υποσµία ή ανοσµία, επειδή η µύτη είναι «µπουκωµένη» και ο αέρας δε φθάνει στο οσφρητικό επιθήλιο. Γενικότερα οι ασθενείς που υποφέρουν από ιγµορίτιδα µπορεί να αισθάνονται και κακουχία.

Στο γιατρό

Το σύνηθες σενάριο είναι το εξής: µετά από ένα κοινό κρυολόγηµα, από µια ιογενή ρινίτιδα δηλαδή, εµφανίζονται βλεννώδεις και πυώδεις εκκρίσεις, πονοκέφαλος, πόνος στο πρόσωπο κλπ. Εάν όλα αυτά τα συµπτώµατα διαρκούν πάνω από οκτώ ηµέρες και ο ασθενής εξακολουθεί να µην αισθάνεται καλά, τότε πρέπει να απευθυνθεί στον ειδικό γιατί εάν η ιγµορίτιδα είναι βακτηριδιακή (µικροβιακή) χρειάζεται θεραπεία. Καλό είναι όµως να περιµένει µια εβδοµάδα γιατί συνήθως οι περισσότερες παραρρινοκολπίτιδες είναι ιογενείς, κρατούν λίγο, δε χρειάζονται αντιβίωση και υποχωρούν µόνες τους.

Διαφορά µεταξύ ρινίτιδας και ιγµορίτιδας;

Συνήθως η ιγµορίτιδα είναι επακόλουθο της ρινίτιδας. Δε µπορεί να υπάρξει ιγµορίτιδα χωρίς ο ασθενής να έχει ρινίτιδα. Το αντίθετο µπορεί να συµβεί. Στο εξωτερικό µάλιστα οι φλεγµονές των παραρρινίων κόλπων περιγράφονται µε τον όρο «ρινο-παραρρινοκολπίτιδες 
Πηγή: ygeiologia.gr